- ἐκπέμψας
- ἐκπέμψᾱς , ἐκπέμπωsend outaor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
QUARTINUS — I. QUARTINUS apud Herodian. l. 7. c. 1. i Maximini historia Περιτυχόντες τῶν ἀπὸ ὑπατείας καὶ φίλων Α᾿λεξάνδρου τινὶ (Κουαρτῖνος δὲ ἦν ὄνομα, ὅν Μαξιμῖνος ἐκπέμψας ἦν τοῦ ςτρατοῦ) ἁρπάσαντες ἄκοντα καὶ οὐδεν προειδότα, ςτρατηγὸν ἑαυτῶν κατέςτησαν … Hofmann J. Lexicon universale